Μια εγκυμοσύνη συνήθως κρατά 40 ή 41 εβδομάδες. Πολλές φορές όμως το μωρό αποφασίζει να έρθει πολύ ή λίγο νωρίτερα. Έκθεση του ΠΟΥ που δημοσιεύθηκε στο The Lancet αποκαλύπτει το πρόβλημα με την προωρότητα που υπήρχε την προηγούμενη δεκαετία και στην Ελλάδα. Κάτι που είχε επιπτώσεις στη μετέπειτα υγεία των νεογνών.
Εγκυμοσύνη και προωρότητα
Περίπου 13,4 εκατομμύρια μωρά γεννήθηκαν πρόωρα το 2020, πριν από τις 37 συμπληρωμένες εβδομάδες εγκυμοσύνης, που είναι ένα στα δέκα όλων των γεννήσεων παγκοσμίως.
Επιπλέον, τα παιδιά που επιβιώνουν είναι πιο πιθανό να έχουν σοβαρές ασθένειες ή αναπηρίες, σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας (ΠΟΥ).
Αυτό προκύπτει από μια μελέτη που δημοσιεύθηκε στο «The Lancet» και εκπονήθηκε από ερευνητές από τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας (ΠΟΥ), το Ταμείο των Ηνωμένων Εθνών για τα παιδιά (UNICEF) και τη Σχολή Υγιεινής και Τροπικής Ιατρικής του Λονδίνου.
«Τα πρόωρα νεογέννητα είναι ιδιαίτερα ευάλωτα σε επιπλοκές που απειλούν τη ζωή και χρειάζονται ιδιαίτερη φροντίδα και προσοχή», δήλωσε ο Δρ. Anshu Banerjee, διευθυντής του Τμήματος Υγείας Μητέρων, Νεογνών, Παιδιών και Έφηβων και τρίτης ηλικίας του ΠΟΥ.
Για τα πρόωρα μωρά που επιβιώνουν, ο πρόωρος τοκετός αυξάνει επίσης σημαντικά την πιθανότητα σοβαρών ασθενειών, αναπηρίας και αναπτυξιακών καθυστερήσεων, ακόμη και χρόνιων ασθενειών στην ενήλικη ζωή, όπως ο διαβήτης και οι καρδιακές παθήσεις.
Επιπλέον, καμία περιοχή στον κόσμο δεν έχει μειώσει σημαντικά τα ποσοστά πρόωρων γεννήσεων την τελευταία δεκαετία, καθώς ο ετήσιος παγκόσμιος ρυθμός μείωσης μεταξύ 2010 και 2020 ήταν μόλις 0,14%.
Τι λένε οι ειδικοί
Σύμφωνα με τον Δρ Banerjee, αυτά τα στοιχεία «δείχνουν την επείγουσα ανάγκη για σοβαρές επενδύσεις στις διαθέσιμες υπηρεσίες για τη στήριξη αυτών και των οικογενειών τους, καθώς και μεγαλύτερη προσοχή στην πρόληψη, ιδίως τη διασφάλιση της πρόσβασης σε ποιοτική υγειονομική περίθαλψη» πριν και κατά τη διάρκεια κάθε εγκυμοσύνης.
Για το λόγο αυτό, ο ΠΟΥ ζήτησε «να ενισχυθεί τόσο η φροντίδα για τα πρόωρα νεογνά όσο και οι προσπάθειες πρόληψης, ιδιαίτερα η υγεία και η διατροφή της μητέρας, για τη βελτίωση της επιβίωσης των παιδιών».
Ωστόσο, το έγγραφο «Εθνικές, περιφερειακές και παγκόσμιες εκτιμήσεις των πρόωρων τοκετών το 2020», το οποίο περιλαμβάνει τάσεις από το 2010 με μια συστηματική ανάλυση, παρέχει εκτιμήσεις και τάσεις των πρόωρων γεννήσεων εκείνη την περίοδο που αποκαλύπτουν μεγάλες ανισότητες μεταξύ περιοχών και χωρών.
Περίπου το 65% των πρόωρων τοκετών το 2020 σημειώθηκαν στην υποσαχάρια Αφρική και τη Νότια Ασία, όπου περισσότερο από το 13% των μωρών γεννήθηκαν πριν από τις 37 εβδομάδες κύησης. Τα ποσοστά στις χώρες που έχουν πληγεί περισσότερο – Μπαγκλαντές (16,2%), Μαλάουι (14,5%) και Πακιστάν (14,3%) – είναι μεταξύ τριών και τέσσερις φορές υψηλότερα από εκείνα στις λιγότερο πληγείσες χώρες, που αντιστοιχούν στη Σερβία (3,8%). Μολδαβία (4%) και Καζακστάν (4,7%).
Ωστόσο, σύμφωνα με τον ΠΟΥ, ο πρόωρος τοκετός δεν είναι πρόβλημα μόνο στις χώρες χαμηλού και μεσαίου εισοδήματος και τα στοιχεία δείχνουν ξεκάθαρα ότι επηρεάζει οικογένειες σε όλο τον κόσμο.
«Σε ορισμένες χώρες υψηλού εισοδήματος, όπως η Ελλάδα (10,11%) και οι Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής (6%), καταγράφονται ποσοστά 10% και άνω».
Οι κίνδυνοι για την υγεία της μητέρας, όπως η εφηβική εγκυμοσύνη, οι λοιμώξεις, η κακή διατροφή και η προεκλαμψία, σχετίζονται στενά με τον πρόωρο τοκετό. Για το λόγο αυτό, το ίδρυμα υγείας πρεσβεύει την ποιοτική προγεννητική φροντίδα. «Είναι σημαντικό να ανιχνεύονται και να αντιμετωπίζονται οι επιπλοκές, να διασφαλίζεται η ακριβής χρονολόγηση της εγκυμοσύνης μέσω πρώιμων υπερήχων και, εάν είναι απαραίτητο, να καθυστερεί ο τοκετός μέσω εγκεκριμένων θεραπειών».
Αυτές οι εκτιμήσεις των πρόωρων τοκετών δημοσιεύονται για πρώτη φορά στη νέα έκθεση και στον ιστότοπο του ΠΟΥ, με εξαίρεση 92 χώρες για τις οποίες ο ΠΟΥ εξήγησε ότι «δεν διαθέτουν επαρκή εθνικά αντιπροσωπευτικά δεδομένα».