Όταν κάτι είναι θέμα γονιδίων… δηλαδή υπάρχει κληρονομικότητα, θεωρούμε πως δεν μπορούμε να το αποφύγουμε. Λάθος! Ο υγιεινός τρόπος ζωής μπορεί να αντισταθμίσει τις επιπτώσεις των γονιδίων που μειώνουν τη διάρκεια της ζωής κατά περισσότερο από 60%. Αυτό έδειξε μια νέα μετανάλυση πολλών μεγάλων μακροχρόνιων μελετών.
Παρότι τα γονίδια και ο τρόπος ζωής έχουν σημαντική επίδραση στη διάρκεια ζωής ενός ατόμου, ο ανθυγιεινός τρόπος ζωής συνδέεται ανεξάρτητα με κατά 78% αυξημένο κίνδυνο να πεθάνει κανείς πριν από την ώρα του, ανεξάρτητα από τη γενετική του προδιάθεση, δείχνει η έρευνα.
Η πολυγονιδιακή βαθμολογία κινδύνου (PRS) συνδυάζει πολλαπλές γενετικές παραλλαγές για να καταλήξει στη συνολική γενετική προδιάθεση ενός ατόμου για μεγαλύτερη ή μικρότερη διάρκεια ζωής.
Κληρονομικότητα και τρόπος ζωής
Ο τρόπος ζωής -κάπνισμα, κατανάλωση αλκοόλ, ποιότητα της διατροφής, διάρκεια ύπνου και επίπεδα σωματικής δραστηριότητας- αποτελεί βασικό παράγοντα.
Δεν είναι όμως σαφές σε ποιο βαθμό ένας υγιεινός τρόπος ζωής μπορεί να αντισταθμίσει τη γενετική προδιάθεση για μειωμένη διάρκεια ζωής, λένε οι ερευνητές.
Για να το διερευνήσουν, βασίστηκαν σε συνολικά 353.742 ενήλικες, οι οποίοι εγγράφηκαν στη βρετανική Biobank μεταξύ 2006 και 2010 και των οποίων η υγεία παρακολουθήθηκε μέχρι το 2021.
Η πολυγονιδιακή βαθμολογία κινδύνου προέκυψε για τους κινδύνους μακράς (20% των συμμετεχόντων), ενδιάμεσης (60%) και βραχείας (20%) διάρκειας ζωής, χρησιμοποιώντας δεδομένα από τη μελέτη LifeGen.
Μια σταθμισμένη βαθμολογία υγιεινού τρόπου ζωής, που περιλαμβάνει αποχή από το κάπνισμα, μέτρια κατανάλωση αλκοόλ, τακτική σωματική δραστηριότητα, υγιές σχήμα σώματος, επαρκή ύπνο και υγιεινή διατροφή, κατηγοριοποιήθηκε σε ευνοϊκό (23% των συμμετεχόντων), ενδιάμεσο (56%) και ανθυγιεινό (22%) τρόπο ζωής, χρησιμοποιώντας δεδομένα από τη μελέτη NHANES των ΗΠΑ.
Κατά τη διάρκεια μιας μέσης περιόδου παρακολούθησης σχεδόν 13 ετών, 24.239 συμμετέχοντες πέθαναν.
Όσοι είχαν γενετική προδιάθεση για σύντομη διάρκεια ζωής, είχαν 21% περισσότερες πιθανότητες να πεθάνουν πρόωρα από εκείνους που είχαν γενετική προδιάθεση για μεγαλύτερης διάρκειας ζωή, ανεξάρτητα από τον τρόπο ζωής τους.
Παρομοίως, όσοι ακολουθούσαν ανθυγιεινό τρόπο ζωής, είχαν 78% περισσότερες πιθανότητες να πεθάνουν πρόωρα, συγκριτικά με όσους ακολουθούσαν υγιεινό τρόπο ζωής, ανεξάρτητα από τη γενετική τους προδιάθεση.
Όσοι είχαν υψηλό γενετικό κίνδυνο για μειωμένη διάρκεια ζωής και είχαν ανθυγιεινές συνήθειες, είχαν διπλάσιες πιθανότητες να πεθάνουν από εκείνους που είχαν γενετική προδιάθεση για μεγαλύτερη διάρκεια ζωής και υγιεινές συνήθειες.
Τέσσερις παράγοντες φάνηκε να συνθέτουν τον βέλτιστο συνδυασμό τρόπου ζωής: μη κάπνισμα, τακτική σωματική δραστηριότητα, επαρκής νυχτερινός ύπνος και υγιεινή διατροφή.
Οι ειδικοί υποστηρίζουν ότι τα ευρήματά τους δείχνουν ότι ο γενετικός κίνδυνος μικρότερης διάρκειας ζωής ή πρόωρου θανάτου μπορεί να αντισταθμίζεται από έναν υγιεινό τρόπο ζωής κατά περίπου 62%.
Όσοι διατρέχουν υψηλό γενετικό κίνδυνο μειωμένης διάρκειας ζωής θα μπορούσαν να παρατείνουν το προσδόκιμο ζωής τους κατά σχεδόν 5,5 χρόνια στην ηλικία των 40 ετών με έναν υγιεινό τρόπο ζωής.
«Η μελέτη αποσαφηνίζει τον καθοριστικό ρόλο του υγιεινού τρόπου ζωής στον μετριασμό της επίδρασης των γενετικών παραγόντων στη μείωση της διάρκειας ζωής. Οι πολιτικές δημόσιας υγείας για τη βελτίωση του υγιεινού τρόπου ζωής θα λειτουργούσαν ως ισχυρά συμπληρώματα της συμβατικής υγειονομικής περίθαλψης και θα μετρίαζαν την επίδραση των γενετικών παραγόντων στη διάρκεια ζωής του ανθρώπου» καταλήγουν.
Τα ευρήματα δημοσιεύονται στην επιστημονική επιθεώρηση BMJ Evidence-Based Medicine.