H οσμή είναι μια από τις πέντε αισθήσεις. Και είναι πολύ σημαντική στην καθημερινή μας λειτουργία. Με αυτή καταλαβαίνουμε το περιβάλλον γύρω μας. Τώρα, μια νέα διεθνής έρευνα εξηγεί γιατί οι έφηβοι και τα μωρά μυρίζουν τόσο διαφορετικά.
Η νέα μελέτη συνέκρινε τις μυρωδιές των εφήβων με εκείνες των βρεφών και των νηπίων. Όπως φαίνεται, ένα από τα διακριτά συστατικά της μυρωδιάς του σώματος των εφήβων είναι μια χημική ένωση που αναδίδει αυτό το ζεστό, ξυλώδες άρωμα. Δυστυχώς, εδώ τελειώνουν τα καλά νέα για τους εφήβους (και τους γονείς τους). Αν και υπήρχαν πολλές ομοιότητες μεταξύ των χημικών ουσιών που αναδίδονταν από τους έφηβους και τα μικρά παιδιά, οι διαφορές έτειναν να ευνοούν τα μικρότερα παιδιά, στη μυρωδιά του σώματος των οποίων υπήρχαν υψηλότερα επίπεδα μιας χημικής ένωσης με άρωμα λουλουδιών. Οι έφηβοι, από την άλλη πλευρά, παρήγαγαν μια ένωση που μύριζε σαν ιδρώτας και ούρα και είχαν υψηλότερα επίπεδα χημικών ουσιών που περιγράφονταν ότι μύριζαν τυρί, μούχλα και… κατσικίσια.
Οι συντάκτες της μελέτης, η οποία δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Communications Chemistry χθες, Πέμπτη 21 Μαρτίου, δεν έφτασαν στο σημείο να πουν ότι τα αποτελέσματα απέδειξαν ότι οι έφηβοι μυρίζουν χειρότερα από τα μωρά. Αντ’ αυτού, οι διαφορές που τεκμηρίωσαν «μπορεί να συμβάλλουν στη λιγότερο ευχάριστη οσμή του σώματος των εφήβων», όπως είπε είπε η Diana Owsienko, η οποία διεξήγαγε τη μελέτη στο πλαίσιο της διδακτορικής της έρευνας στο Πανεπιστήμιο Ερλάνγκεν-Νυρεμβέργης στη Γερμανία (τώρα είναι ερευνήτρια στα Ερευνητικά Ινστιτούτα RISE της Σουηδίας).
Η μυρωδιά του σώματος είναι ένα πολύπλοκο μείγμα αερομεταφερόμενων χημικών ουσιών, πολλές από τις οποίες παράγονται όταν ο ιδρώτας και το σμήγμα, μια λιπαρή ουσία που συνήθως εκκρίνεται μέσω των τριχοθυλακίων, διασπώνται από μικρόβια του δέρματος ή αντιδρούν με άλλες ενώσεις στον αέρα. Οι διαφορές στην οσμή μεταξύ των μικρών παιδιών και των εφήβων προέρχονται πιθανώς από τις αλλαγές στην παραγωγή ιδρώτα και σμήγματος που συμβαίνουν την περίοδο της εφηβείας, ανέφεραν οι ερευνητές.
Η μελέτη βασίστηκε σε δείγματα από 18 μικρά παιδιά, ηλικίας 3 ετών ή μικρότερα, και 18 παιδιά που είχαν μπει στην εφηβεία.
Για να συλλέξουν δείγματα της μυρωδιάς του σώματός τους, οι επιστήμονες έραψαν μικρά βαμβακερά κομμάτια ύφασμα στις μασχάλες από τα μπλουζάκια και τα φορμάκια που φορούσαν τα παιδιά και οι έφηβοι κατά τη διάρκεια της νύχτας. (Ζητήθηκε από τους συμμετέχοντες να απέχουν από τη χρήση αρωματικών προϊόντων υγιεινής και την κατανάλωση ιδιαίτερα αρωματικών τροφίμων, όπως είναι τα κρεμμύδια και το σκόρδο, για 48 ώρες πριν τη δοκιμή.)
Στο εργαστήριο, οι επιστήμονες ανέλυσαν τις χημικές ενώσεις που είχαν διαποτίσει το ύφασμα, συγκεντρώνοντας δείγματα από πολλά παιδιά στην ίδια ηλικιακή ομάδα.
Όπως διαπίστωσαν, τα περισσότερα χημικά συστατικά ήταν κοινά στις δύο ομάδες.
Υπήρχαν, όμως, δύο ενώσεις, και οι δύο στεροειδή, που υπήρχαν μόνο στα εφηβικά δείγματα. Οι ιδρωτοποιοί αδένες, οι οποίοι δεν είναι ενεργοί πριν από την εφηβεία, εκκρίνουν πρόδρομες ουσίες αυτών των ενώσεων, τις οποίες τα μικρόβια του δέρματος μετατρέπουν στα εν λόγω στεροειδή.
Οι έφηβοι είχαν επίσης υψηλότερα επίπεδα από τις ενώσεις που ονομάζονται καρβοξυλικά οξέα. Ενώσεις που μυρίζουν μούχλα, τυρί και άλλα όχι και τόσο ευχάριστα, καθώς και κάποιες με λιγότερο προσβλητικές μυρωδιές, που περιγράφονται ως γήινες, φρουτώδεις ή κερένιες.
Τα καρβοξυλικά οξέα περιέχονται στο σμήγμα, το οποίο περιλαμβάνει επίσης κι άλλες ενώσεις που μπορούν να μετατραπούν σε καρβοξυλικά οξέα σε συνδυασμό με μικρόβια ή διάφορες χημικές διεργασίες. Η παραγωγή σμήγματος αυξάνεται κατά την εφηβεία.
Οι ερευνητές θεωρούν ότι, σε συνδυασμό, τα δύο στεροειδή συν τα υψηλότερα επίπεδα καρβοξυλικών οξέων μπορεί να εξηγούν γιατί η μυρωδιά του σώματος των εφήβων είναι πιθανό να ενοχλεί μερικούς ανθρώπους.
«Νομίζω ότι είναι δύσκολο να καθορίσει κανείς ότι μια μυρωδιά είναι πάντα ευχάριστη για όλους και να πει ότι μια άλλη μυρωδιά είναι πάντα δυσάρεστη για όλους», ανέφερε η κ. Owsienko. «Αυτό, επομένως, είναι μια υπόθεση που κάνουμε εμείς».