Ιατρικά γνωστή ως δυσουρία, ο γενικός όρος αναφέρεται στην επώδυνη ούρηση, η οποία μπορεί να είναι ένδειξη πολλών προβλημάτων –ορισμένα σοβαρά, ορισμένα λιγότερο. Σε κάθε περίπτωση, η επώδυνη ούρηση, θα πρέπει να σας οδηγήσει στον γιατρό σας, για να λάβετε μια ακριβή διάγνωση. Η έγκαιρη διάγνωση και κατ’επέκταση η έγκαιρη θεραπεία είναι σημαντικές, διότι διαφορετικά οι αιτίες της επώδυνης ούρησης μπορεί να επιδεινωθούν και να έχουν μεγάλη επίπτωση στη υγεία σας μακροπρόθεσμα, προκαλώντας, για παράδειγμα, μια λοίμωξη των νεφρών ή φλεγμονώδη νόσο της πυέλου.
Τι είναι η δυσουρία;
Η επώδυνη ούρηση ή δυσουρία, συμβαίνει όταν τα ούρα έρχονται σε επαφή με φλεγμονώδη ή ερεθισμένο ιστό. Όταν συμβαίνει αυτό, τα τοπικά σας νεύρα στέλνουν ένα σήμα πόνου στον εγκέφαλό, σηματοδοτόντας ότι κάτι δεν πάει καλά. Αυτός ο πόνος γίνεται συνήθως αισθητός στην ουρήθρα, δηλαδή στον σωλήνα που μεταφέρει τα ούρα έξω από την ουροδόχο κύστη ή στο περίνεο, την περιοχή μεταξύ του πρωκτού και των γεννητικών οργάνων.
Ποια είναι μερικά κοινά συμπτώματα δυσουρίας;
- Αίσθημα καύσου κατά την ούρηση
- Αίσθημα κνησμού
- Πόνος όταν αρχίζετε να κατουρείτε
- Πόνος μετά την ούρηση
Τι προκαλεί την επώδυνη ούρηση;
Υπάρχουν πολλές διαφορετικές παθήσεις, που μπορεί να κρύβονται πίσω από την επώδυνη ούρηση. Παραάκτω, αναφέρουμε τις 8 πιο κοινές αιτίες.
- Λοίμωξη του ουροποιητικού συστήματος (UTI)
Αυτός είναι ο μεγαλύτερος ένοχος πίσω από το αίσθημα καύσου κατά την ούρηση. Η ουρολοίμωξη αναπτύσσεται όταν οποιοδήποτε μέρος του ουροποιητικού σας συστήματος (νεφροί, ουρητήρες, ουροδόχος κύστη, ουρήθρα) μολυνθεί. Βέβαια, είναι συνήθως η ουροδόχος κύστη και η ουρήθρα, που μολύνονται. Η ουρολοίμωξη συμβαίνει όταν βακτήρια, συχνά το E. coli, εισέρχονται στην ουροδόχο κύστη ή στην ουρήθρα σας. Τα βακτήρια μπορούν να ταξιδέψουν από εκεί προς τα πάνω και πιθανώς ακόμη και να προκαλέσουν λοίμωξη στα νεφρά. Τα συμπτώματα, περιλαμβάνουν αίσθημα καύσου και συχνοουρία.
2. Κολπική μυκητίαση
Η αίσθηση καψίματος κατά την ούρηση είναι κοινό σύμπτωμα μιας μόλυνσης από ζυμομύκητες, που προκαλείται λόγω της υπερανάπτυξης μυκητών στον κόλπο. Οι μυκητιάσεις είναι αρκετά συχνές –συμβαίνουν σε 3 στις 4 γυναίκες κάποια στιγμή στη ζωή τους. Οι πιθανές αιτίες; Οτιδήποτε, από τη χρήση αντιβιοτικών έως τις κολπικές πλύσεις με λάθος προϊόντα, καθώς και τα δύο μπορούν να επηρεάσουν τη φυσική ισορροπία του pH του κόλπου και να δημιουργήσουν ένα περιβάλλον, ευνοϊκό για την ανάπτυξη μυκήτων. Εκτός από το κάψιμο, οι μυκητιάσεις συχνά συνοδεύονται από άλλα συμπτώματα όπως:
- Κνησμός ή ερεθισμός του αιδοίου και του κόλπου
- Κόκκινο ή πρησμένο αιδοίο
- Ευαισθησία στο αιδοίο ή τον κόλπο
- Εξάνθημα μέσα ή γύρω από τον κόλπο σας
- Αλλαγές στην μορφή των κολπικών εκκρίσεων
3. Βακτηριακή κολπίτιδα
Η βακτηριακή κολπίτιδα εμφανίζεται όταν τα «καλά» και τα «κακά» βακτήρια στον κόλπο σας αποβάλλονται μέσω του σεξ, ενώ μπορεί να οφείλεται και σε προϊόντα κολπικής υγιεινής. Στην πραγματικότητα είναι η πιο κοινή κολπική πάθηση μεταξύ γυναικών ηλικίας 15 και 44 ετών. Τα συμπτώματα είναι παρόμοια με εκείνα μιας λοίμωξης από ζυμομύκητες, συμπεριλαμβανομένης της αίσθησης καψίματος.
4. Σεξουαλικά μεταδιδόμενες λοιμώξεις
Πολλές σεξουαλικά μεταδιδόμενες λοιμώξεις (ΣΜΝ) μπορούν να προκαλέσουν επώδυνη ούρηση. Τα ΣΜΝ μπορεί να προκαλέσουν δυσφορία κατά την ούρηση, διότι η ουρήθρα, το αιδοίο και ο κολπικός ιστός φλεγμονώνονται και γίνονται ιδιαίτερα ευαίσθητοι, με αποτέλεσμα να πονάτε κατά την ούρηση.
Ο έρπης, μια εξαιρετικά συχνή ιογενής λοίμωξη γνωστή για την πρόκληση πληγών στο στόμα και στα γεννητικά όργανα, θα μπορούσε να προκαλέσει δυσουρία. Τα χλαμύδια, μια βακτηριακή λοίμωξη που επικρατεί σε νέους κάτω των 25 ετών και είναι γνωστή ως «σιωπηλή» λοίμωξη και η γονόρροια, μια άλλη βακτηριακή λοίμωξη που εμφανίζεται πολύ σε αυτό το ηλικιακό εύρος, είναι άλλες κοινές αιτίες. Τέλος, η τριχομονίαση, ένα κοινό ΣΜΝ που προκαλείται από παράσιτο, μπορεί, επίσης, να προκαλέσει δύσοσμες εκκρίσεις και πόνο κατά την ούρηση.
5. Κολπικοί τραυματισμοί κατά τη σεξουαλική επαφή
Μικρές εκδορές από το σεξ μπορεί να προκαλέσουν κάψιμο και ερεθισμό κατά την ούρηση. Συνήθως, αυτοί οι μικροτραυματισμοί είναι βραχύβιοι και θεραπεύονται από μόνοι τους μέσα σε μια μέρα περίπου.
6. Κολπικές αλλαγές
Οι ορμονικές αλλαγές κατά την εμμηνόπαυση (κυρίως η απώλεια οιστρογόνων) μπορεί να οδηγήσουν σε ένα φαινόμενο γνωστό ως ατροφική κολπίτιδα ή κολπική ατροφία. Το δέρμα του αιδοίου και του κόλπου λεπταίνει, κάτι που μπορεί να οδηγήσει σε επώδυνη ούρηση, καθώς και σε κάψιμο και ερεθισμό κατά τη διάρκεια της σεξουαλικής επαφής και την καθημερινότητας. Ο κολπικός ιστός είναι, επίσης, πιο εύθραυστος κατά την περίοδο μετά τον τοκετό, γεγονός που σας καθιστά πιο επιρρεπείς σε ερεθισμούς.
7. Διάμεση κυστίτιδα
Η διάμεση κυστίτιδα, άτυπα αποκαλούμενη και «σύνδρομο επώδυνης κύστης», είναι μια χρόνια φλεγμονώδης πάθηση της ουροδόχου κύστης. Μεταξύ άλλων, προκαλεί δυσουρία, πόνο στην κοιλιά, την ουροδόχο κύστη και την πυελική κοιλότητα. Γενικά, ο πόνος ξεκινά όταν γεμίσει η ουροδόχος κύστη και κλιμακώνεται μέχρι την ούρηση. Στη συνέχεια, θα έχετε κάποια ανακούφιση μέχρι να γεμίσει ξανά η κύστη σας και να συνεχιστεί ο φαύλος κύκλος. Οι ειδικοί δεν γνωρίζουν την ακριβή αιτία της διάμεσης κυστίτιδας, αλλά τα άτομα που πάσχουν από τη χρόνια πάθηση μπορεί να παρατηρήσουν ότι η αφυδάτωση, η σεξουαλική επαφή και η κατακράτηση των ούρων επιδεινώνουν τα συμπτώματά τους.
8. Αποφρακτική ουροπάθεια
Η αποφρακτική ουροπάθεια προκαλεί την παρακώλυση της απορροής των ούρων μέσω του ουροποιητικού συστήματος, με αποτέλεσμα να επιστρέφουν στα νεφρά σας, προκαλώντας απόφραξη. Αυτό συνήθως συμβαίνει ως επιπλοκή ενός άλλου ζητήματος υγείας, όπως οι πέτρες στα νεφρά ή μια πιο σοβαρή πάθηση, όπως ο καρκίνος των ωοθηκών. Άλλα σημάδια απόφραξης περιλαμβάνουν πόνο στα πλευρά (κοντά στα νεφρά), συχνοουρία, δυσουρία, μειωμένη ροή ούρων και την αίσθηση ότι η κύστη σας δεν είναι ποτέ πραγματικά άδεια. Εάν νομίζετε ότι έχετε αποφρακτική ουροπάθεια, είναι σημαντικό να επισκεφτείτε έναν γιατρό το συντομότερο δυνατό, επειδή η απόφραξη μπορεί να προκαλέσει βλάβη της ουροδόχου κύστης και των νεφρών.
Επιμέλεια κειμένου: Ηλιάνα Θεοδωρίδου